Αρθρογράφοι
Δ.Ιατρόπουλος | Α.Ανδριανόπουλος | Γ.Δελαστίκ | Δ.Γιαννακόπουλος | Γ.Πιπερόπουλος | Χ. Κλυνν | Ε.Ανδρικόπουλος | Δ.Κωνσταντάρας | Δ.Κοζάκης | Γ.Πρεβενιός | Θ.Νικολαϊδης | Παπά-Ηλίας | Δέσπω | Siglitiki | Σ.Κ | Μακελειό

Η σελίδα του πιο πιστού μας φίλου....

Σάββατο 28 Ιουλίου 2012

Στους δρόμους του νερού στην Κωμιακή Νάξου

Αφήγημα Νίκος Ι. Λεβογιάννης

«Εις τα βασιλικά όρη της Νάξου υπάγεται και ο Δήμος Κορωνίδος που έχει πρωτεύουσα την Κωμιακή. Το μέρος αυτό έχει μια εντελώς ξεχωριστή φύση που ξεχωρίζουν οι άνθρωποι, τα βουνά, τα φυτά. Η πρωτεύουσα της Κωμιακής είναι ένα πλουσιώτατον αγροκήπιον... ». Η ευρύτερη περιοχή της Κωμιακής (τα γεωγραφικά όρια της πρώην κοινότητας Κορωνίδος) καταλαμβάνει έκταση 42.310 στρεμμάτων στo Βόρειο, BA  και BΔ τμήμα της Νάξου (περίπου το 1/10 της συνολικής επιφάνειας του νησιού, που είναι 435 τετρ. χιλιόμετρα). Στην ορεινή αυτή περιοχή δεσπόζει ο όγκος του βουνού «Κόρωνος», του οποίου η ψηλότερη κορυφή είναι 997 μ. Το βουνό αυτό καταλήγει στις βόρειες βραχώδεις και απόκρημνες ακτές του νησιού. «Το βόρειον τούτο μέρος διασχίζεται από χαράδρας εν μέρει δροσολούστους αποτεμνούσας ράχεις δυτικώς προς την θάλασσαν χωρούσας από της κυρίας ράχεως».
Ανατολικά μια χαμηλότερη βουνοκορφή, το «Μαυρομάρι», που ανήκει κι αυτή στο βουνό «Κόρωνος», καταλήγει στη θάλασσα με τον χαμηλού ύψους, αλλά απόκρημνο ορεινό όγκο του «Καλοέρου». Οι πλαγιές του «Καλοέρου» ανατολικά είναι σχεδόν κατακόρυφες και απροσπέλαστες με φυσική οχύρωση, ενώ δυτικά είναι ομαλότερες και απολήγουν στον όρμο του Απόλλωνα. Στην κορυφή του Καλοέρου σχηματίζεται μικρή κοιλάδα, όπου απλώνονται τα ερείπια τεράστιου κάστρου που λειτούργησε απ’ τους προϊστορικούς χρόνους μέχρι τη βυζαντινή εποχή και την τουρκοκρατία.
          Τα απότομα αυτά κορφοβούνια κατεβαίνοντας προς τη θάλασσα σχηματίζουν ενδιάμεσα βαθιά ρέματα, με πολλές πηγές, με μικρούς καταρράχτες, χειμάρρους, λίμνες, λογγούς, χαράδρες, με οργιώδη βλάστηση, μοναδική στη Νάξο. Όλα αυτά στις πλαγές γύρω απ’ το χωριό συγκλίνουν μέσα απ’ τον  «Τρανό ργιάκα» στην εύφορη κοιλάδα  του «Ροπιάτη», για να καταλήξουν στη συνέχεια στον όρμο του Απόλλωνα.
              Στις εκβολές του «Τρανού ργιάκα» και σε αρκετό βάθος σχηματίζεται μικρή εύφορη κοιλάδα με πολλά περιβόλια, ποτιστικά, αμπέλια, φρουτόδεντρα, στην οποία δεσπόζει το φημισμένο κεφαλόβρυσο του «Χάσκα».
   Στη δυτική πλευρά του  ορεινού συγκροτήματος του βουνού «Κόρωνος», που βλέπει προς το ανοιχτό πέλαγος και στα νησιά Πάρο-Σύρο-Τήνο-Μύκονο, σχηματίζονται οξυκόρυφες ράχες με απότομες, αλλά κατάφυτες επίσης ρεματιές, πολλές απ’ τις οποίες έχουν άφθονες πηγές και εύφορες κοιλάδες.
              Πολλοί αρχαίοι, μεσαιωνικοί και σύγχρονοι οικισμοί αναπτύχθηκαν στις όχθες αυτών των ρεματιών, από ψηλά στις παρυφές του βουνού ως κάτω στη θάλασσα. Οι κάτοικοι εκεί αξιοποίησαν τις πηγές, τους χειμάρρους, τους λογγούς, τα λιγοστά αλλά εύφορα χώματα, χτίζοντας τις γνωστές αναβαθμίδες, τα πεζούλια, για να κόψουν κύλισμα και να κατεβάσουν χώμα, να φτιάξουν χαλιά, να φυτέψουν αμπέλια, να σπείρουν γεννήματα, να δημιουργήσου ποτιστικά και να επιβιώσουν γενιές και γενιές μέσα στους αιώνες, παράγοντας τα πιο φημισμένα και νόστιμα προϊόντα της Νάξου.
              Σημαντικότεροι οικισμοί και εξοχές στις περιοχές αυτές είναι το Σκεπόνι,  η Φανερωμένη, η Χίλια Βρύση, ο Χεντριμός, ο Κάμπος, ο Άη Θόδωρος, το Φυρό σπίτι, τ’ Αμπράμ, ο Μυρίσης, ο Κανάς και βορειότερα η μαγευτική Αγιά, ο Φαρακλός, οι Αρέλες, ενώ στα βόρεια και ανατολικά βρίσκονται ο Απόλλωνας, οι Άφρες, του Καριμνιάνου, ο Χάσκας, ο Ροπιάτης, τα Χαλκιδιά, ο Ποταμός και πιο πάνω, βόρεια του λόφου Τρυπητός, βρίσκονται οι εύφορες εξοχές: Κάραβος, Σκίδια, Μαρτζελούς, Μάερα, Παλαχώρια, Ρινίδι, Ερονικόλα κ.α., εξοχές με πολλές μικρές πηγές και πολλά περιβόλια.
                 είναι χτισμένο σε υψόμετρο 550-600 μέτρα, έχει ανοικτό ορίζοντα προς το   Το χωριό της Κωμιακής είναι χτισμένο σε υψόμετρο 550-600 μέτρα, έχει ανοικτό ορίζοντα προς το Ικάριο πέλαγος και βρίσκεται σε μη ορατή από μακριά θέση για τον φόβο των πειρατών (οι γνωστοί Σπαντήδοι) κατά τον Μεσαίωνα. Οι γύρω απ’ το χωριό πλαγιές είναι εύφορες και κατάφυτες με πολλά αμπέλια, περιβόλια, πηγές και πάνω από 15 νερόμυλους των οποίων σώζονται ακόμη τα ερείπια.
              Με την πρόσφατη αναπαλαίωση από τον Δήμο Δρυμαλίας του νερόμυλου του Εμελάρου (ιδιοκτησίας των κληρονόμων Ν.Κ. Κορρέ, οι οποίοι τον παραχώρησαν δωρεάν για 30 χρόνια στον Δήμο) η ρεματιά αυτή μπορεί να αποτελέσει ευρύ πεδίο ανάπτυξης του περιπατητικού τουρισμού.
              Οι 15 τουλάχιστον νερόμυλοί της καταδεικνύουν την σημαντική βιοτεχνική δραστηριότητα που είχε αναπτυχθεί στην περιοχή μέχρι τη δεκαετία του 1960. Το αγροτικό μονοπάτι: «Ανέφαμα-Άη Νικόλας-Μεσονήσι-Εμελάρου-Πρίνους και Ανέφαμα-Άη Νικόλας-Μεσονήσι-Δεσκάκη-Κουντούρη-Κέντρια-Κωμιακή» είναι μοναδικές για την άγρια ομορφιά της  διαδρομές στη Νάξο. Το ίδιο μαγευτική είναι και η διαδρομή προς τον Θολωτό-Μυκηναϊκό τάφο και τις γύρω εξοχές.             
              Οι πολυάριθμες και απόκρημνες ρεματιές γύρω απ’ την Κωμιακή συγκλίνουν στον «Τρανό Ργιάκα» ή «Κακόργιακα» ένα τεράστιο χείμαρρο, μήκους πέντε τουλάχιστον χιλιομέτρων, με άγρια ομορφιά, ο οποίος εκβάλλει στον όρμο του Απόλλωνα.               
              Ο «Κακόργιακας» δεν λέγεται τυχαία έτσι. Στην πολυαίωνη πορεία του προς τη θάλασσα έχει προκαλέσει μεγάλες καταστροφές, έχει πνίξει ανθρώπους και ζώα, έχει παρασύρει καλλιέργειες και σοδειές.
                  Οι ήχοι του νερού που τρέχει ακόμη και τα καλοκαίρια στη ρεματιά αυτή και γεμίζει τους λογγούς, τα στερνιά, αλλά και όταν ξεμπουκάρει με ορμή όταν ανοίγουν τη στέρνα, την ώρα του ποτίσματος νωρίς το πρωί ή τ’ απόβραδο, όταν τρέχει το νερό στο χορταριασμένο ναό, όταν αυτό πέφτει από το ένα χαλί στο άλλο, που ρουτσουνίζει, όταν απλώνεται στις πρασές του ποτιστικού κι όταν το πίνει το χώμα, οι ήχοι που βγαίνουν είναι μοναδικοί, σε μαγεύουν, σε εμπνέουν, σε ηρεμούν, ακούς τον ήχο ενός μικρού καταρράχτη, ακούς τα βατράχια μέσα στο λογγό, ακούς  το κατρακύλισμα του νερού στα χαλίκια, το τρέξιμό του στη ρεματιά, το γουργούρισμα όταν το πίνει το διψασμένο χώμα. Κι είναι αυτός ο ήχος σα να σπάνε χιλιάδες φουσκάλες. Ήχοι εξαίσιοι, μουσικές της φύσης μοναδικές.
              Αν παρ’ ελπίδα βρεθείς πάλι με τα μάτια της ψυχής και του νου στους νερόμυλους του Εμελάρου κι ως κάτω στσι Πρίνους, μέσα στην κατάφυτη αυτή ρεματιά, την άγρια, με τα τεράστια πλατάνια, τις καρυδιές, τις λιγαριές, τις φτερούες, τον δυόσμο, το φλυσκούνι, τους αγριόβατους, τις ασπαρθιές, τις φυλλάδες, τότε οι ήχοι του νερού φέρνουν στ’ αυτιά και στο νου δυνατή μουσική, ακούς ήχους στερεοφωνικούς.
              Είναι σαν μια συναυλία ροκάδων η δύναμη του νερού, όταν αυτό τσακίζεται πάνω στη φτερωτή του μύλου και τη θέτει σε κίνηση περιστροφική, για να χυμήξει στη συνέχεια στην 1απότομη ρεματιά και να συνεχίσει τον μαγευτικό δρόμο του. Ο σκληρός θόρυβος απ’ τις μυλόπετρες, που αρχίζουν μαζί με τη φτερωτή να γυρίζουν και να αλέθουν, λιώνοντας το σιτάρι σε αλεύρι, οι πολυάριθμοι μικροί καταρράχτες στις απότομες και γλιστερές πλάκες της ρεματιάς, τα χιλιάδες μικρά και μεγάλα πουλιά πάνω στα πανύψηλα δέντρα, πλημμυρίζουν τ’ αυτιά με πολύχρωμους ήχους, με πρωτόγονες μουσικές της φύσης, με ήχους φυτών, δέντρων, με φωνές πτηνών, ζώων, ανθρώπων.
              Το χωριό μου είχε πολλούς νερόμυλους μέχρι τη δεκαετία του 1970. Ανεμόμυλους ουδέποτε είχε κι αυτό γιατί είχε πολλά τρεχούμενα νερά μέσα στις ρεματιές του και οι ανάγκες καλύπτονταν απ’ τους νερόμυλους.
              Όταν ο πάππος μου ο νερομυλωνάς (Ν.Κ. Κορρές) ετοίμαζε καθημερινά το μύλο του στου Εμελάρου, για να αλέσει και τύχαινε να βρίσκομαι εκεί, συνήθως καλοκαίρια, παιδαρέλι ακόμη του δημοτικού, με έστελνε να ανέβω απάνω στην τεράστια στέρνα, να την ανοίξω βγάζοντας τον καλόερο, εκείνο το τεράστιο κι ασήκωτο ξύλο, που βούλωνε την απαντήρα.
              Για να φτάσω όμως απάνω στην απαντήρα του μύλου και να βγάλω τον τεράστιο καλόερο, έπρεπε να περάσω πάνω από τα στενά χωμάτινα χείλια της τεράστιας στέρνας, που ήταν χωμένα στην άγρια βλάστηση από αγκάθια, αγριόβατους, αστιβές, φτερούες και άλλα αγριόχορτα κι έπρεπε να κρατάω ισορροπία για να μην γκρεμοτσακιστώ στην απότομη ρεματιά, πάνω απ’ την οποία κρέμεται κυριολεκτικά η στέρνα του μύλου. Απ’ τη μια η τεράστια στέρνα γεμάτη νερό, που φάνταζε  σα θάλασσα, που αν έπεφτα μέσα κινδύνευα να πνιγώ, δεν ήξερα και μπάνιο, κι απ’ την άλλη μεριά το χάος, που έβλεπα κάτω στην απότομη βαθειά και σκοτεινή απ’ τα τεράστια δέντρα και την οργιώδη βλάστηση ρεματιά, που θύμιζε χαράδρα.
              Ισορροπώντας λοιπόν και με καταματωμένα από τ’ αγκάθια τα πόδια μου, έφτανα πάνω απ’ την τεράστια απαντήρα. Χρειαζόταν δύναμη για να τραβήξω τον χοντρό ξύλινο καλόερο που ήταν πιο ψηλός από μένα. Με το τράβηγμα του καλοέρου και το πέρασμα του νερού μέσα απ’ την απαντήρα ταράζονταν το σύμπαν τριγύρω. Η στέρνα, τεράστια, βαθειά και γεμάτη, ασκούσε αφόρητη πίεση στην απαντήρα και το νερό πεταγόταν με πολλή δύναμη και άγριο βουητό, έπεφτε στη συνέχεια με ορμή απάνω στην καλαμωτή του καναλιού, πού συγκρατούσε τα ξερόκλαδα και τα φύλλα και από εκεί χανόταν μέσα στο πανύψηλο σκοτεινό κανάλιο, πέφτοντας σαν σε καταρράκτη πάνω στη στενή τρύπα με το σφούνι και τη σφουνάρα του μύλου. Τότε με πιότερη πίεση και δύναμη το νερό έπεφτε στοχευμένα απάνω στη φτερωτή, την ξύλινη ρόδα με τα τεράστια ξύλινα φτερά, στο ζουριό του μύλου και την έθετε σε περιστροφική κίνηση και μαζί της ολόκληρο το θαυμαστό σύστημα του νερόμυλου με τις μυλόπετρες να αλέθουν το γέννημα και να το κάνουν αλεύρι.
              Σε λίγο έφτανε στ’ αυτιά μου ο δυνατός ήχος του μύλου, που άρχιζε να λειτουργεί. Ένα εργοστάσιο χωρίς καύσιμα, χωρίς ρύπανση, χωρίς τον απαίσιο ήχο της μηχανής. Όλα δούλευαν στους ρυθμούς της φύσης. Κι ο δυνατός ήχος του νερού, που πετιόταν με πίεση απ’ το ζουριό στη ρεματιά, τάραζε την ησυχία της περιοχής. Και το νερό άλεθε το γέννημα κι έφευγε στη ρεματιά. Πού πήγαινε; στη θάλασσα; σε καμιά χαράδρα; χανόταν μέσα στη γη; Όχι. Λίγο πιο κάτω ήταν άλλος νερόμυλος και παρακάτω κι άλλος. Ο ένας άλεθε κι ο άλλος γέμιζε τη στέρνα του για ν’ αλέσει κι εκείνος, το ίδιο κι ο πιο κάτω και ούτω καθεξής.
              Μια αλυσίδα δεμένη με το δρόμο του νερού μέσα στην κατάφυτη ρεματιά, που σε μια αρμονική συνεργασία υπηρετούσε τις ανθρώπινες ανάγκες τηρώντας αυστηρά τους νόμους της φύσης, χωρίς να διαταράσσει όλον αυτό το μικρόκοσμο, που ζούσε στους δικούς του ρυθμούς, στις δικές του εξαίσιες μουσικές πανδαισίες.
              Πότιζε κιόλας το νερό στο δρόμο του, γεμίζοντας τους λογγούς, τις στέρνες και τα στερνιά, δίνοντας ζωή στα πανέμορφα περιβόλια της ρεματιάς.
              Ο δρόμος του νερού είναι δρόμος αγώνα για τη ζωή, για τη φύση, για το περιβάλλον. Όλα όμως αυτά απειλούνται, κινδυνεύουν, καταστρέφονται. Στις μυλόπετρες του νερόμυλου της ζωής συντρίβονται πολλές φορές τα όνειρα κι οι ελπίδες, τα οράματα κι οι ιδέες. Συντρίβονται αλλά δεν πεθαίνουν. Το αλεύρι της ζωής μπορεί, ζυμωμένο με το νερό της γνώσης και της αρετής, να δημιουργήσει το αύριο, ανθρώπινο και αληθινό, αγωνιστικό και δίκαιο, ειρηνικό και δημοκρατικό.
              Ας ποτίσουμε λοιπόν κάθε κύτταρο του είναι μας με το νερό του ργιάκα. Ας νιώσουμε ως τα μεδούλια μας το πλατάγισμα του νερού πάνω στη φτερωτή του μύλου. Το νερό στο ργιάκα κι ο νερόμυλος είναι μια μακρόχρονη παρουσία, μια ατέλειωτη πορεία στους δρόμους του νερού για όλους μας κι ας ευχηθούμε αυτό το μέλλον να’ ναι σαν το γάργαρο νερό, σαν το ρυάκι που τρέχει ανέμελο στη ρεματιά, σαν τη βρύση που δίνει τη δροσιά της στον περαστικό.
              Το ταξίδι στους δρόμους του νερού της ορεινής Νάξου, μας κάνει να νιώσουμε τη δροσιά της υδάτινης υπόστασής μας, γεμίζει τ’ αυτιά μας με τους ήχους του ργιάκα, του χειμάρρου, με το πλατάγισμα της βροχής που ακόμη ηχούν στ’ αυτιά μας οι σταγόνες της καθώς χτυπούσαν περίεργα πέφτοντας στο χωμάτινο δώμα του σπιτιού μας στο χωριό.


Αθήνα 2005

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Γράψτε παρακάτω το σχόλιο σας και στην Υποβολή σχολίου ως: επιλέξτε το Ανώνυμος/η και μετά πατήστε την Δημοσίευση σχολίου
Καλό θα είναι (στο τέλος ή την αρχή του σχολίου σας) αν θέλετε να βάζετε το όνομα σας ή ένα ψευδώνυμο.