Με το περιστατικό του Ζακχαίου γίνεται εμφανές ότι ό άνθρωπος πρέπει να κατεβεί άπ’ το μυαλό στην καρδιά για να συναντήσει το Χριστό, ενώ το περιστατικό της Χαναναίας υποδηλώνει ότι για να επιτύχει ό άνθρωπος αυτή τη συνάντηση, πρέπει να ανακαλύψει καί να χρησιμοποιήσει μια διάσταση της υπάρξεως του πού ονομάζουμε πίστη καί πού έχει τη δυνατότητα να τον φέρει σε επαφή με την υπερβατική πραγματικότητα πού είναι η κατεξοχήν πραγματικότητα.
Η πίστη δεν είναι ο διανοητικός καταναγκασμός πού ξέρει ό δυτικός χριστιανισμός, σύμφωνα με τον όποιο ό άνθρωπος πρέπει να πιστέψει επειδή υπάρχει το Α ή το Β λογικό επιχείρημα. Η πίστη δεν είναι μια τυφλή αποδοχή πραγματικοτήτων τις οποίες δεν έχει προσωπικά διαπιστώσει ο άνθρωπος, αλλά είναι ο δρόμος καί ο τρόπος με τον οποίο ο άνθρωπος κάνει αυτές τις διαπιστώσεις.
Η ορθόδοξη πνευματική παράδοση δεν ζητάει από τον άνθρωπο να δεχθεί κάτι πού δεν έχει διαπιστώσει. Δεν τον αναγκάζει να δεχθεί ότι ο Ίησούς είναι «όν έγραψε ο Μωϋσής εν τω νόμω καί οι προφήται», δηλαδή ο Σωτήρας, αλλά του ζητάει να έλθει καί να δει με τα ίδια του τα μάτια, «έρχου καί ίδε».
Η δεύτερη λοιπόν προϋπόθεση για τη συνάντηση με τον αναστημένο Χριστό είναι η αναζήτηση Του από τον άνθρωπο με αυτή τη διάσταση της υπάρξεως του πού μόνη έχει αυτή τη δυνατότητα.
Η τρίτη προϋπόθεση γι’ αυτή τη συνάντηση είναι η εγκατάλειψη της απατηλής καί ανυπόστατης πίστεως του ανθρώπου στη δική του θεότητα. Δεν μπορεί ό άνθρωπος να συναντήσει τον πραγματικό Θεό όσο συνεχίζει να λατρεύει ως Θεό τον εαυτό του καί όσο συνεχίζει να περιμένει τη σωτηρία από τον εαυτό του, όπως έκανε ο Φαρισαίος της παραβολής, ο όποιος προσευχήθηκε «σταθείς προς εαυτόν». Ο Φαρισαίος δεν μπορούσε να συναντήσει το Θεό καί να νιώσει την παρουσία Του γιατί δεν στρεφόταν προς το Θεό αλλά προς τον εαυτό του.
Ο Φαρισαίος στην πραγματικότητα δεν πίστευε στο Θεό, γιατί δεν είχε ποτέ του γεύση του Θεού καί δεν γεύθηκε το Θεό γιατί δεν τον αναζήτησε.
Ο Φαρισαίος δεν πάει στο Ναό για να συναντήσει το Θεό, αλλά γιατί χρειάζεται έναν επίσημο χώρο για να αυτοαποθεωθεί.
«Ολοι, αν ψάξουμε, θα βρούμε ένα τέτοιο στοιχείο αυτοαποθεώσεως στη συμμετοχή μας στη λατρευτική ζωή της Εκκλησίας. Το στοιχείο αυτό μπορούμε να το βρούμε καί σε όλες εκείνες τις δραστηριότητες της καθημερινής μας ζωής, πού μας αρέσει να αποκαλούμε αρετές καί με τίς όποιες επιδιώκουμε την αυτοδικαίωσή μας.
Η προσπάθεια του Φαρισαίου να αυτοαποθεωθεί είναι ένδειξη μιας βαθιάς εσωτερικής απελπισίας, πού προέρχεται από την αδυναμία του να βρει τον πραγματικό Θεό καί τελικά δημιουργεί ένα φαύλο κύκλο γιατί τον απομακρύνει όλο καί περισσότερο από το Θεό• καί όσο πιο πολύ απομακρύνεται από το Θεό τόσο περισσότερη απελπισία αισθάνεται καί τόσο περισσότερο εντείνει την αυτοαποθέωσή του.
«Ακόμη ο Φαρισαίος αισθάνεται την ανάγκη να αυτοεξυψωθεί, γιατί στην πραγματικότητα βαθιά μέσα του αυτοπεριφρονείται. Επειδή όμως δεν μπορεί πραγματικά να εξυψώσει τον εαυτό του, χαμηλώνει τους άλλους για να κερδίσει από τη σύγκριση. Ταπεινώνοντας όμως τους άλλους, τους απορρίπτει και απορρίπτοντας τους, τους αποκόπτει και αποκόπτεται απ’αυτούς. Έτσι, δεν μπορεί να συναντήσει ούτε το Θεό ούτε το συνάνθρωπο και δοκιμάζει μια συγκλονιστική υπαρξιακή μοναξιά.
Γι’αυτό η Εκκλησία προβάλλει σ’αυτό το πρώιμο στάδιο της λειτουργικής διαδικασίας πού οδηγεί στη συνάντηση με τον αναστημένο Χριστό την κατάντια του Φαρισαίου, γιατί όσο ο άνθρωπος παραμένει σε μια ανάλογη κατάντια, αυτή η συνάντηση είναι εντελώς αδύνατη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Γράψτε παρακάτω το σχόλιο σας και στην Υποβολή σχολίου ως: επιλέξτε το Ανώνυμος/η και μετά πατήστε την Δημοσίευση σχολίου
Καλό θα είναι (στο τέλος ή την αρχή του σχολίου σας) αν θέλετε να βάζετε το όνομα σας ή ένα ψευδώνυμο.