Του Παναγιώτη Σιάνη
Υπάρχουν στην Ελλάδα πράγματα ακριβά και πολύτιμα. Υπάρχουν άνθρωποι στην Ελλάδα ακριβοί και πολύτιμοι.
Στριμωγμένοι στον πολτό της αβάσταχτης ελαφρότητάς μας και στη μικρότητα μιας καταναλωτικής εσωστρέφειας που....
αυτοτροφοδοτείται από ένα σύστημα που βαφτίζει απόλυτη σταρ και θεά κάθε σκουπιδοτρέντι σκυλού, ασφυκτιούν… Αλλά παραδόξως επιμένουν να υπάρχουν…
Η επιστροφή του μικρόσωμου, αλλά τεράστιου σε ταλέντο, πάθος και αφοσίωση Σταύρου Ξαρχάκου στη σκηνή του gazARTE φώτισε με λάμψη τις βουβές νύχτες μιας καταθλιπτικής πόλης.
Με μια τρομερή ευαισθησία και διεισδυτικότητα γυάλισε και στίλβωσε αγαπημένα τραγούδια του Χατζιδάκι, του Θεοδωράκη και του ίδιου και μας τα πρόσφερε ως δώρο, χωρίς να τα εξωραΐσει, χωρίς να τα προδώσει, χωρίς να επιχειρήσει να καλύψει τις αιχμηρές γωνίες τους, τα κρυφά πάθη τους.
Αποκόπτοντάς τα από τον ολισθηρό δρόμο της ακαδημαϊκής ανάγνωσης ή της αναπαραγωγής εν είδει μνημοσύνου, ο Ξαρχάκος πήρε τον προβολέα τού ταλέντου του και με νέες ενορχηστρώσεις τα ξαναφώτισε, ενώ η Έλλη Πασπαλά με σεβασμό, συνέπεια και λυρική δεινότητα βούτηξε στα βαθιά ερμηνεύοντας απόλυτα κάθε φράση, με ζυγισμένη τεχνική, συναίσθημα και ακρίβεια.
Καινούργια πια, ντυμένα τα πρώτα «καλά τους ρούχα», τα κλασικά αυτά ακούσματα αποκάλυψαν πλευρές τους άγνωστες.
Ο Ξαρχάκος δεν παρουσιάζει απλά αριστουργήματα του ’60.
Τα ξαναδιαβάζει, τα αποδομεί για να τα ξαναδομήσει δίνοντάς τους μια άλλη διάσταση.
Και το κάνει με απόλυτο σεβασμό, ευαισθησία και τιμή στο έργο των προγόνων του, αλλά και στο δικό του.
Πάνω στη σκηνή, διευθύνοντας 11 καλοκουρδισμένους σολίστες της Κρατικής Ορχήστρας Μουσικής, πάλλεται σε κάθε λέξη, σε κάθε νότα, σωματοποιώντας τα κρυφά μονοπάτια κάθε στίχου. Είναι ο απόλυτος πρωταγωνιστής δίνοντας μια ελκυστικά υπερβολική θεατρικότητα στην προσπάθεια κάθε ήχου να περάσει και στον τελευταίο θεατή…
Με κεντρικό άξονα τον πυκνό, ευθύβολο, λιτό και καίριο ποιητικό λόγο του Νίκου Γκάτσου, αλλά και του Νίκου Καζαντζάκη και του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα (σε απόδοση Οδυσσέα Ελύτη) χαρίζει μοναδικές βραδιές. (Ακολουθούν 2 ακόμα Σαββατοκύριακα).
Γυρίζοντας σπίτι, στο αμάξι οι σταθμοί έπαιζαν τα τελευταία χιτάκια ή πολύ γνωστά χιλιοακουσμένα λαϊκά τραγούδια, που στην εποχή τους ήταν του συρμού.
Τα μεγάλα τραγούδια εξορισμένα από τη ραδιοφωνική μπάντα. Τρυφερά φυλαγμένα στην ψυχή μας, κρίνοντας από το ηχηρό παρατεταμένο χειροκρότημα στο φινάλε της βραδιάς και τη διάχυτη συγκίνηση.
Τι κρίμα που οι νέες γενιές πρέπει να σκάψουν βαθιά στους σωρούς της φτήνιας και της ευκολίας και ως χρυσοθήρες να τα… ανακαλύψουν.
Στην τηλεόραση μια ξανθιά αοιδός, που πέρσι – σε μια αποτυχημένη ποιοτική στροφή – περιόδευσε με τη Λαϊκή Ορχήστρα Μίκης Θεοδωράκης, στηθοχτυπιόταν ότι δεν την αφορά το πολιτικό τραγούδι, αποκαλώντας έρωτα την καψούρα της «κόκκινης γραμμής» που υπερασπίζεται…
Έκλεισα τον δέκτη και στο μυαλό μου είχε σφηνωθεί αυτός ο απίστευτης πίκρας στίχος του Γκάτσου:
Καληνύχτα Κεμάλ! Αυτός ο κόσμος δεν θα αλλάξει ποτέ. Καληνύχτα…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Γράψτε παρακάτω το σχόλιο σας και στην Υποβολή σχολίου ως: επιλέξτε το Ανώνυμος/η και μετά πατήστε την Δημοσίευση σχολίου
Καλό θα είναι (στο τέλος ή την αρχή του σχολίου σας) αν θέλετε να βάζετε το όνομα σας ή ένα ψευδώνυμο.